Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη.Γράφει ο Μανώλης Βαλσαμίδης

Ο γνωστός μας ναύαρχος Χοσρέφ πασάς με ανανεωμένο τον στόλο του εκπλέει στο Αιγαίο με προορισμό την κατάκτηση των Ψαρών. Οι Ψαριανοί απευθύνονται στους Σπετσιώτες, τους Υδραίους και την κυβέρνηση και ζητούν κοινή αντιμετώπιση της απειλής. Αποστέλλονται στο νησί 1017 Θετταλο-Μακεδόνες, από αυτούς που
επιτυχώς αντιμετώπισαν τον Κιουταχή στο Τρίκερι και στη συνέχεια απέκρουσαν τον Χοσρέφ στη Σκιάθο. Ο στόλος όμως των άλλων νήσων δεν εκπλέει ελλείψει χρημάτων. Η κυβέρνηση είχε πετύχει τη σύναψη δανείου, η πρώτη δόση του οποίου έφτασε από την Αγγλία στην Κέρκυρα. Θεωρήθηκε ότι μέρος των χρημάτων αυτών ήταν απαραίτητο να διατεθούν για την κίνηση του στόλου. Στις αγωνιώδεις αναφορές - παρακλήσεις των Ψαριανών η Ύδρα απαντά ότι τα πλοία ετοιμάζονται για απόπλου.
Στα Ψαρά οι προετοιμασίες είναι πυρετώδεις. Τα ψαριανά πλοία ελάχιστα και μικρά μπροστά στον στόλο του Χοσρέφ ακινητοποιούνται σε κατάλληλες θέσεις για να χρησιμοποιηθούν ως πυροβολεία, ενώ παράλληλα οργανώνεται η άμυνα του νησιού.
Ο Χοσρέφ φτάνει στη Θεσσαλονίκη, μπαρκάρει χιλιάδες ετοιμασμένους από τον γνωστό Αμπού Λουμπούτ στρατιώτες, κατευθύνεται παραπλανητικά προς τη Νότια Ελλάδα και επανέρχεται προς τα Ψαρά, ενώ ο ελληνικός στόλος μένει αδρανής. Όταν πλέον γίνονται φανερές οι προθέσεις του Χοσρέφ καταπλέει στα Ψαρά γαλλικό πλοίο, που μεταφέρει στους προκρίτους δια του εκπροσώπου τους Κυριάκου Μαμούνη πληροφορίες για τον Χοσρέφ και τον στόλο του και την πρόθεση του Χοσρέφ να επιτρέψει την εγκατάλειψη του νησιού από τους Ψαριανούς για να αποφευχθεί η αιματοχυσία. Η απάντηση της Βουλής των Ψαρών είναι αρνητική. Το λευτεριά ή θάνατος, γραμμένο στη σημαία των Ψαρών με κόκκινο χρώμα, ήταν ο δρόμος που επέλεξαν οι Ψαριανοί από την ημέρα της κήρυξης της επανάστασης.
Στις 16 Ιουνίου 1824 δεκαπέντε πολεμικά πλοία του Χοσρέφ με ένα δίκροτο πραγματοποιούν αναγνωριστικό περίπλου της νήσου. Σε αναφορά της προς την υπερτάτη διοίκηση η Βουλή των Ψαρών γράφει: "Ο εχθρικός στόλος χθες το πρωί εφάνη επάνω από την Παναγιά, πλησίον, δεκαπέντε πολεμικά πλοία ήλθαν έως εις τα Αντίψαρα, επομένως εγύρισε και ήλθε περ γρέγο. Από τον Μπελαΐτη ετραβήξαμεν τρεις κανονιαίς και μια έκοψε το στράλιο του φλόκου μιας φρεγάτας, ήτις ευθύς απεμακρύνθη. Εβγάλαμε τα ηφαίστειά μας [πυρπολικά] και ο Αγάς δεν ετόλμησε να πλησιάση, αλλά μακρόθεν ετράβηξε μια κανονιά. Το βράδυ επήγεν εις την Ερρισόν δια να λάβη τον στρατόν και τα λοιπά πλοία και να επιστρέψει. Είμεθα έτοιμοι με σταθερόν πόδα, και σήμερον αύριον τον περιμένομεν"*.
Η επίθεση κατά του νησιού άρχισε στις 20 Ιουνίου. Διακόσια περίπου πλοία, με 14.000, κατ' άλλους πολύ περισσότερους, στρατιώτες πέφτουν επάνω στο νησί. Η πλημμυρίδα του τουρκικού στρατού κατέκλυσε όλο το νησί πλην του Παλαιοκάστρου. Σφαγή μέχρις ενός, δηώσεις, εμπρησμοί. όλα τα κακά του πολέμου. Και πράξεις ηρωικές ανθρώπων αποφασισμένων να υπερασπιστούν την τιμή της πατρίδας. Στο πυροβολείο του Φτελιού οι υπερασπιστές μάχονται απεγνωσμένα, λίγοι απέναντι σε πολλούς. Τελευταία πράξη η ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης.
Η πόλη των Ψαρών καταλαμβάνεται, οι 7.000 ντόπιοι κάτοικοί της ζουν τραγικές στιγμές άλωσης, παρόμοιες με αυτές που έζησαν οι κάτοικοι της Χίου και της Νάουσας. Διπλά τραγικές οι στιγμές για τους 25.000 πρόσφυγες που ζουν εκ δευτέρου τη φρίκη του πολέμου.
Ωστόσο το Παλαιόκαστρο αμύνεται. Ο Χοσρέφ ρίχνει επάνω του το πλήθος των εθελοντών Τούρκων και πίσω τους παρατάσσει τακτικούς, ώστε να φονεύουν όσους Τούρκους οπισθοχωρούσαν. Στις 6 το απόγευμα οι Τούρκοι εισπηδούν στο φρούριο και στις 6:30 ο Αντώνιος Βρατσάνος, όπως είχε οριστεί, βάζει φωτιά στην πυριτιδαποθήκη. Η έκρηξη συγκλόνισε το νησί και άφησε στον τόπο χιλιάδες νεκρούς. Λίγα πλοία κατάφεραν να ξεφύγουν από την πολιορκία μεταφέροντας ολίγους οπλίτες και γυναικόπαιδα. Σώθηκε επίσης με ένα πυρπολικό ο Κανάρης. Το "Ίρις", δρόμωνας του γαλλικού στόλου, περισυλλέγει 152 αποκομμένους σε μια γωνιά του νησιού Ψαριανούς και άλλους.
Η 23η Ιουνίου βρίσκει τα Ψαρά γυμνά από πληθυσμό. Το επίγραμμα του Διονυσίου Σολωμού τα λέει όλα: "Στῶν Ψαρῶν τὴν ὁλόμαυρη ράχη περπατῶντας ἡ Δόξα μονάχη μελετᾶ τὰ λαμπρά παλληκάρια καὶ στὴν κόμη στεφάνι φορεῖ γινωμένο ἀπὸ λίγα χορτάρια ποὖχαν μείνει στὴν ἔρημη γῆ".
*Δ. Κοκκίνου, Η Ελληνική Επανάστασις, τόμ. 4ος, σελ.251.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου